Διεθνείς Σχέσεις και Covid-19: Το τέλος του «τέλους της Ιστορίας»;
Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων, ο Francis Fukuyama δημοσίευσε ένα άρθρο στο περιοδικό The National Interest, το 1989, με τον τίτλο “The End of History?”( Fukuyama, 1989). Η βασική ιδέα του Fukuyama ήταν ότι με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου η εξέλιξη των κοινωνικοπολιτικών ιδεών έφθασε στο τελευταίο ιστορικό της στάδιο και, επομένως, η δυτική, φιλελεύθερη, κοσμική δημοκρατία αποτελεί το τελευταίο στάδιο των οικονομικών συστημάτων (Fukuyama, 1989). Το βασικό επιχείρημα του Fukuyama, εμπνευσμένο από τη διαλεκτική του Χέγκελ, υπήρξε η θέση ότι οι ιδέες του φιλελευθερισμού αποτελούν το τελικό στάδιο της ιδεολογικής εξέλιξης του ανθρώπου, διότι ο φιλελευθερισμός ως ιδεολογία, σε αντίθεση με άλλες ιδεολογίες, δεν εμπεριέχει στη θεώρηση του σοβαρές αντιφάσεις. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο Fukuyama υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει άλλη διέξοδος για τις πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά καθυστερημένες κοινωνίες παρά η μιμητική υιοθέτηση των ανεπτυγμένων δυτικών καπιταλιστικών προτύπων (Fukuyama, 1989).
Ο Francis Fukuyama με ένα τελεολογικό επιχείρημα διατεινόταν για το τέλος της Ιστορίας υπό την έννοια της παγκόσμιας επικράτησης του Φιλελευθερισμού ως του μόνου κοινωνικού και οικονομικού μοντέλου του μέλλοντος (Fukuyama, 1989). Όπως ισχυριζόταν, η παγκόσμια επικράτηση του Φιλελευθερισμού θα είχε ως άμεση συνέπεια την εκ βάθρων μετεξέλιξη του διεθνούς συστήματος, διότι η ιδεολογική ομογενοποίηση των κρατών στη βάση των φιλελεύθερων ιδεών, θα οδηγούσε στην εξάλειψη των συγκρούσεων και του πολέμου μέσω της ανάπτυξης της παγκόσμιας συνεργασίας και της αλληλεγγύης (Fukuyama, 1989).
Παράλληλα, οι θεωρητικοί του φιλελεύθερου ιδεαλισμού υποστήριζαν ότι η οικονομική αλληλεξάρτηση των κρατών καθιστά απίθανο το ενδεχόμενο του πολέμου. Η λύση στο πρόβλημα της σύγκρουσης μεταξύ των κρατών είναι, κατά τους φιλελεύθερους, η δημιουργία μιας φιλελεύθερης τάξης πραγμάτων που θα καταργεί τους περιορισμούς στην οικονομική συναλλαγή των κρατών (Lake, 1992). Η θέση τους βασίστηκε στο επιχείρημα ότι η ανάπτυξη της οικονομίας και η διάδοση του οικονομικού φιλελευθερισμού καθιστούν τα κράτη πιο ειρηνικά στο διεθνές σύστημα. Έτσι, για τον φιλελεύθερο ιδεαλισμό η δημοκρατία και κατ’ επέκταση η ειρήνη συνδέεται με τον εκδημοκρατισμό των πολιτικών συστημάτων και την καπιταλιστική οικονομική ανάπτυξη (Doyle, 1983). Καθώς θα βαδίζουμε σε έναν ολοένα και πιο δημοκρατικό και αλληλοεξαρτώμενο κόσμο, τελικά, υποστηρίζουν οι δημοκρατικοί φιλελεύθεροι, θα επικρατήσει η ειρήνη και η συνεργασία των κρατών στο διεθνές πεδίο.
Ωστόσο, η πανδημική κρίση φαίνεται να αποτελεί «το τέλος του τέλους της Ιστορίας» και των υπεραισιόδοξων προβλέψεων των φιλελεύθερων ιδεαλιστών σηματοδοτώντας ταυτόχρονα την επιστροφή των ρεαλιστών στην ερμηνεία των Διεθνών Σχέσεων στη μετά covid εποχή. Εξάλλου, για τους ρεαλιστές θεωρητικούς των Διεθνών Σχέσεων οι βασικές αρχές της διεθνούς πολιτικής μένουν αναλλοίωτες. Επί της ουσίας η διεθνής πραγματικότητα δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας αγώνας απόκτησης ισχύος ανάμεσα σε κράτη που επιδιώκουν το εθνικό τους συμφέρον (Morgenthau, 1985) . Η εξωτερική πολιτική ενός κράτους δε γνωρίζει παρά «μία μόνο επιτακτική απαίτηση, ένα μόνο συλλογιστικό κριτήριο, μια μόνο αρχή δράσης, το εγωιστικό εθνικό συμφέρον που προσδιορίζεται με όρους ισχύος» (Morgenthau, 1985). Η αναζήτηση ισχύος είναι ο άμεσος στόχος των κρατών, όποιος και αν είναι ο στόχος της εξωτερικής πολιτικής τους ( Σπυρόπουλος, 2010). Εξάλλου, για τους ρεαλιστές θεωρητικούς όπως ο Hans Morgentau, η ανθρώπινη φύση είναι εγωπαθής και ανταγωνιστική και αυτό εξηγεί την ανταγωνιστική και συγκρουσιακή φύση του διεθνούς συστήματος (Morgenthau, 1985).
Για τον K. Waltz, διεθνολόγο του αμυντικού ρεαλισμού, ο βασικός στόχος των κρατών είναι η επιβίωση τους (Waltz, 1979). Η πρώτη έγνοια των κρατών δεν είναι η μεγιστοποίηση της ισχύος τους, αλλά η διατήρηση της σχετικής τους θέσης μέσα στο σύστημα. Επομένως, η ισχύς δεν είναι αυτοσκοπός για τα κράτη. Ο φόβος και η ανασφάλεια των κρατών σε ένα σύστημα που χαρακτηρίζεται από αναρχία είναι το βασικό κίνητρο στρατηγικής συμπεριφοράς. Ο στόχος των κρατών είναι να μεγιστοποιήσουν την ασφάλεια τους και εξαναγκάζονται να ασχολούνται με την εξισορρόπηση των αντιπάλων τους. Για τον Waltz η ισορροπία ισχύος είναι σαν ένα «αόρατο χέρι» που αυτορρυθμίζει τη διεθνή πολιτική, καθώς τα κράτη βλέποντας τους αντιπάλους τους να αυξάνουν την ισχύ τους προσπαθούν αυτόματα να τα εξισορροπήσουν (Waltz, 1979). Η παραπάνω επιδίωξη δημιουργεί ένα σύστημα ισορροπίας δυνάμεων, όπου η κατανομή ισχύος διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση ή μη της ειρήνης (Waltz, 1979).
Ταυτόχρονα, ο άναρχος χαρακτήρας του διεθνούς συστήματος δημιουργεί στα κράτη ένα δίλημμα ασφαλείας και τα εξαναγκάζει σε μια διαρκή μέριμνα για την ασφάλεια τους με βάση την αρχή της αυτοβοήθειας (Waltz, 1979). Όσο μεγαλύτερη ισχύ αποκτά μια μονάδα, τόσο μεγαλύτερες εντυπώσεις πραγματικής ή δυνητικής απειλής δημιουργεί στις υπόλοιπες μονάδες, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η καχυποψία και η ανασφάλεια. Ως εκ τούτου, οι μονάδες του διεθνούς συστήματος, δηλαδή τα κράτη, είναι υποχρεωμένα να προβαίνουν σε υπολογισμούς βασισμένους στον καταμερισμό ισχύος, για να καθορίσουν τις ενέργειες τους με γνώμονα την ασφάλεια τους, ανεξάρτητα από τη λογική του πρέποντος που απορρέει από το διεθνές δίκαιο και τους διεθνείς θεσμούς. Επομένως, η δομή του διεθνούς συστήματος ανατροφοδοτεί την ανασφάλεια. Κατά συνέπεια, είναι η δομή του διεθνούς συστήματος που καθορίζει τη συμπεριφορά των κρατών.
Μια ακόμη παραδοχή του πολιτικού ρεαλισμού είναι ότι τα κράτη είναι οι βασικοί δρώντες του διεθνούς συστήματος. Οι σχέσεις των κρατών γίνονται αντιληπτές μέσα από το πλαίσιο ενός διεθνούς συστήματος, δηλαδή ενός συνόλου άναρχων μονάδων σε αλληλεπίδραση, αφού τα κράτη σε τελική ανάλυση είναι αυτά τα οποία καθορίζουν τους κανόνες του παιχνιδιού ακόμα και σε ζητήματα που αφορούν τους μη κρατικούς δρώντες (Waltz, 1979). Τα κράτη λειτουργούν ορθολογικά και υπολογίζουν τις σχέσεις κόστους-οφέλους, προτού προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια (Mearsheimer, 2001)
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ επιβεβαιώνονται οι προβλέψεις των ρεαλιστών. Σε περιόδους κρίσης οι πολίτες δεν στρέφονται στους παγκόσμιους οργανισμούς αλλά στο παντοδύναμο κράτος για να τους προστατέψει. Από την στιγμή που στο πεδίο των Διεθνών Σχέσεων απουσιάζει ένας παγκόσμιος ηγεμόνας που θα λειτουργεί ως ρυθμιστής για την αντιμετώπιση της κατάστασης, το έθνος κράτος αναδεικνύεται σε κυρίαρχο δρώντα της παγκόσμιας πολιτικής στην εποχή της πανδημίας. Κάθε χώρα αντιμετωπίζει κυρίως με εθνικά μέσα την κρίση. Το κράτος αποφασίζει περιορισμούς στην κυκλοφορία, το κράτος προσλαμβάνει ή επιτάσσει υγειονομικό προσωπικό, κινητοποιεί τον μηχανισμό πολιτικής προστασίας και αναλαμβάνει την καθοδήγηση του πληθυσμού με εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό.
Επομένως, ο ρόλος του κράτους εμφανίζεται ενισχυμένος σε αντίθεση με αυτό που συνέβαινε την εποχή της παγκοσμιοποίησης, διαδικασία που φαίνεται να αντιστρέφεται εξαιτίας του κορονοϊού. Είναι χαρακτηριστικό ότι κανένας από τους πολυεθνικούς ή υπερεθνικούς οργανισμούς, όπως η ΕΕ ή ακόμη και o Παγκόσμιoς Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) δεν ήταν σε θέση να λάβει αποτελεσματικά μέτρα, με αποτέλεσμα τα κράτη να στραφούν στην τακτική της αυτοβοήθειας. Ως εκ τούτου, η πανδημία του κορονοϊού οδήγησε στην αναβίωση του κρατικού δρώντα ως κυρίαρχης μονάδας του διεθνούς συστήματος, με τα κράτη να επιχειρούν να εξυπηρετήσουν τις υγειονομικές, και ως εκ τούτου κοινωνικές και οικονομικές ανάγκες των πολιτών τους, με τελικό στόχο να καταφέρουν να διατηρήσουν την ισχύ τους στο διεθνές σύστημα. Ταυτόχρονα, τα κράτη ήταν εκείνα που χρησιμοποίησαν κάθε πρόσφορο μέσο για την αντιμετώπιση της πανδημίας επικαλούμενα το εθνικό συμφέρον. Όπως εξάλλου σημειώνει και ο Henry Kissinger, ο πρώην επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας, στο «The Coronavirus Pandemic Will Forever Alter the World Order («Η πανδημία του κορονοϊού θα αλλάξει για πάντα την παγκόσμια τάξη»), η πανδημία πυροδοτεί «έναν αναχρονισμό, μία αναβίωση της πόλης με τα προστατευτικά τείχη σε μια εποχή που η πρόοδος εξαρτάται απολύτως από το παγκόσμιο εμπόριο και την μετακίνηση των ανθρώπων» (Kissinger, 2020) .
Αν και είναι πολύ νωρίς για να αποτιμηθεί η επίπτωση του κορονοϊού στις Διεθνείς Σχέσεις, ωστόσο διαφαίνεται μια επιστροφή στη βεστφαλική τάξη πραγμάτων με τις Μεγάλες Δυνάμεις (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Ινδία) να κάνουν μια στροφή στον απομονωτισμό. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, τα εθνικά σύνορα αποκτούν μεγαλύτερη σημασία και τίθενται ταξιδιωτικοί περιορισμοί με το κλείσιμο των συνόρων με ό,τι και αν αυτό σημαίνει ακόμη και για την πορεία της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης και τις βασικές αρχές του ευρωπαϊκού οικοδομήματος την ελεύθερη μετακίνηση αγαθών, ανθρώπων, κεφαλαίων και υπηρεσιών. Είναι χαρακτηριστικό ότι την περίοδο της πανδημίας στην Ευρώπη, ακόμα και η αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών της Ε.Ε δοκιμάστηκε τη στιγμή που η Ιταλία, μια από τις ευρωπαϊκές χώρες με υψηλό ποσοστό θυμάτων λόγω της πανδημίας, όταν απαίτησε έκτακτη ενίσχυση για την προμήθεια φαρμακευτικού υλικού ήρθε αντιμέτωπη με αυτό που επιτάσσουν οι αρχές του ρεαλισμού. Τα κράτη μέλη της Ε.Ε παραβιάζοντας το πνεύμα της κοινής ευρωπαϊκής αγοράς επέβαλλαν περιορισμούς στις εξαγωγές φαρμακευτικού εξοπλισμού, με την Ιταλία να δέχεται τελικώς βοήθεια από την Κίνα (Braw 2020; Reuters 2020).
Όλα τα παραπάνω κάθε άλλο παρά θυμίζουν την αισιοδοξία των Φιλελευθέρων για το «Τέλος της Ιστορίας». Μέσα στη δίνη μιας παγκόσμιας πανδημικής κρίσης που διαπερνά τα εθνικά σύνορα, οι Διεθνείς Σχέσεις απομακρύνονται από το ιδανικό της διεθνούς συνεργασίας και επιστρέφουν οι βασικές παραδοχές του ρεαλισμού που μας υποδεικνύουν ότι το έλλειμμα εμπιστοσύνης είναι συστημικό χαρακτηριστικό της δομής του αναρχικού διεθνούς συστήματος, εξαιτίας του οποίου τα κράτη αδυνατούν να ξεπεράσουν τη λογική της αρχής της αυτοβοήθειας και της στρατηγικής μηδενικών παιγνίων, ακόμη και ενώπιον μιας διεθνούς πρόκλησης με εκατομμύρια θύματα παγκοσμίως.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Braw E (2020) The EU Is abandoning Italy in its hour of need. Foreign Policy 14 March. Ανακτήθηκε 27 Ιουλιου 2021 από https://foreignpolicy.com/2020/03/14/coronavirus-eu-abandoning-italy-china-aid/
Doyle M, Recchia S (2011) Liberalism in international relations. στο Badie B, Berg-Schlosser D, Morlino L (eds) International encyclopedia of political science. Sage, Newbury Park, CA, pp 1434–1439
Doyle, M. (1983). Kant, Liberal Legacies, and Foreign Affairs. Philosophy & Public Affairs, 12(3), 205-235. Ανακτήθηκε 27 Ιουλίου 2021, από http://www.jstor.org/stable/2265298
Fukuyama, F. (1989). The End of History? The National Interest, (16), 3-18. Ανακτήθηκε 25 Ιουλίου, 2021, από http://www.jstor.org/stable/24027184
Kissinger, H., (2020, April 3). The Coronavirus Pandemic Will Forever Alter the World Order, The Wall Street Journal. Ανακτήθηκε 27 Ιουλίου, 2021 από https://www.henryakissinger.com/articles/the-coronavirus-pandemic-will-forever-alter-the-world-order/
Lake, D. (1992). Powerful Pacifists: Democratic States and War. The American Political Science Review, 86(1), 24-37
Mearsheimer, J. J. (2001). The tragedy of Great Power politics. New York: Norton.
Morgenthau H (1985). Politics among nations: the struggle for power and peace, 6th edn. Knopf, New York
Nye J (1988) Neorealism and neoliberalism. World Politics 40:235–251
Reuters (2020) Germany bans export of medical protection gear due to coronavirus. Ανακτήθηκε 24 Ιουλίου 2021 από https://www.reuters.com/article/health-coronavirus-germany-exports-idUSL8N2AX3D9
Waltz K (1979). Theory of international politics. McGraw Hill: New York
Σπυρόπουλος Μ. Γεώργιος (2010). Διεθνείς Σχέσεις: ρεαλιστική προσέγγιση-Θεωρία και πράξη, Εκδόσεις Ποιότητα: Αθήνα