Donald Winnicott: «Η αρκετά καλή μητέρα» και η αναδυόμενη αίσθηση του εαυτού
Η συμβολή του Winnicott στην ψυχανάλυση είναι απαράμιλλη, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για την κατανόηση της σημασίας της έννοιας της «αρκετά καλής μητέρας» και των επιπτώσεών της στην ανάπτυξη του εαυτού, αλλά τι σημαίνει αυτό και τι περιλαμβάνει η διαδικασία;
Η σημασία του συντονισμού
Oi βρεφικές έρευνες και η νευροβιολογία μας έχουν ενημερώσει ότι ένα βρέφος χρειάζεται έναν συντονισμένο άλλο να είναι παρόν για τη βέλτιστη ανάπτυξη και οργάνωση της εμπειρίας του. Ο Winnicott τόνισε ότι δεν υπάρχει μωρό χωρίς τη μητέρα που σημαίνει ότι υπάρχει μια αμοιβαία ρυθμιστική αλληλεξάρτηση μεταξύ τους. Η «αρκετά καλή» μητρότητα υποδηλώνει ότι οι αλληλεπιδράσεις βρέφους-μητέρας δημιουργούν τις συνθήκες που επιτρέπουν τη διατήρηση της ομοιοστατικής ισορροπίας του βρέφους. Αυτό επιτυγχάνεται όταν μέσω του βλέμματος και της καταπραϋντικής φωνής, ο εγκέφαλος του κύριου φροντιστή συντονίζεται επαρκώς με το βρέφος έτσι ώστε να ρυθμίσει τις φυσιολογικές του λειτουργίες, συμβάλλοντας έτσι στην ανάπτυξη του εγκεφάλου, διευκολύνοντας τον αναδυόμενο εαυτό.
Η επεξεργασία και η αποθήκευση αυτών των πρώιμων εμπειριών της ζωής συμβαίνει στο δεξί ημισφαίριο που συνδέεται με το λιμβικό σύστημα (το κέντρο συναισθηματικής επεξεργασίας που καθοδηγεί τη συναισθηματική έκφραση, τη συμπεριφορά, την οργάνωση νέας διαδικαστικής μάθησης) Είναι κεντρική στην σύνδεση ιδεών και συναισθημάτων , στην ανάλυση σημάτων από το σώμα που διευκολύνουν τη ρύθμιση των μηχανισμών επιβίωσης μέσω του αυτόνομου νευρικού συστήματος καθώς και στη διατήρηση μιας συνεκτικής αίσθησης του εαυτού.
Επιβίωση της επιθετικότητας και διατήρηση ενός ανοιχτού μεταβατικού χώρου.
Στο «Playing and Reality» το 1971, ο Winnicott αναφέρεται στον αρκετά καλό συντονισμό της μητέρας o οποίος περιλαμβάνει και την ικανότητα να επιβιώνει από την επιθετικότητα/επιθέσεις του βρέφους/παιδιού αποφεύγοντας τα αντίποινα προς αυτό ή την απόσυρση. Αυτό επιτρέπει στο παιδί να την αναγνωρίσει σταδιακά ως υποκείμενο εκτός του παντοδύναμου ελέγχου του, κάτι που τελικά δημιουργεί χώρο μέσα του για την εμπειρία της ενοχής για την επιθετικότητα του και την ανάπτυξη της ικανότητας για ενδιαφέρον/φροντίδα. Επιπλέον, η «αρκετά καλή μητέρα» περιγράφεται στο Transitional Objects and Transitional Phenomena (1951) από τον Winnicott ως εκείνη που καταφέρνει να κρατήσει ανοιχτό το μεταβατικό χώρο καθώς δεν επιβάλλει τη δική της πραγματικότητα στον δημιουργικό κόσμο του παιδιού, αλλά αντ' αυτού μπορεί να προσκαλέσει το παιχνίδι, απολαμβάνοντας την παρουσία του βρέφους και όσα έχουν δημιουργηθεί μεταξύ τους μέσω της προσποίησης. ‘
Eλλειψη συντονισμού και απόσχιση/αποσύνδεση
Ο Winnicott προτείνει ότι «αν η μητρική φροντίδα δεν είναι αρκετά καλή, το βρέφος δεν μπορεί να υπάρξει, αφού δεν έχει την αίσθηση συνέχειας της ύπαρξης του( continuity of being). Αντίθετα, η προσωπικότητα χτίζεται με βάση τις αντιδράσεις στις περιβαλλοντικές προσκρούσεις». Οι συνέπειες μιας μητέρας που δεν μπορεί να συντονιστεί με τις ανάγκες του βρέφους/παιδιού, που δεν μπορεί να επιβιώσει την επιθετικότητά του, ούτε να κρατήσει ανοιχτό το μεταβατικό χώρο, αλλά αντίθετα αντεπιτίθεται ή αποσύρεται μέσω της απόσχισης, είναι οι επαναλαμβανόμενες ρήξεις ρύθμισης που οδηγούν στην απορρύθμιση του βρέφους και επηρεάζουν αρνητικά την ομοιόσταση και την προσκόλληση/τον δεσμό με την μητέρα. Το βρέφος στερείται των απαραίτητων αρμονικών συντονισμένων εμπειριών προσκόλλησης για να αυτορυθμιστεί και να αποκαταστήσει την ισορροπία του. Η ρυθμιστική στρατηγική της απόσχισης/αποσύνδεσης της ίδιας της μητέρας λόγω των δικών της τραυμάτων που δεν τις επιτρέπει να συντονιστεί με το βρέφος, σημαίνει ότι μεταδίδει εν αγνοία της τον τρόμο και την αποσύνδεσή της και το βρέφος ανταποκρίνεται σε αυτό μέσω ενός ταιριάσματος που κάνει με τις λειτουργίες του δεξιού εγκεφάλου της. Πιο συγκεκριμένα το συμπαθητικό νευρικό σύστημα του βρέφους προετοιμάζει το σώμα για την πάλη/φυγή (αυξημένος καρδιακός ρυθμός, ροή αίματος) και το βρέφος βιώνει υπερδιέγερση, αυξάνοντας τις προσπάθειές του να κινητοποιήσει τη μητέρα (π.χ. κλάμα). Εάν αυτές οι προσπάθειες αποτύχουν, το παρασυμπαθητικό νευρικό σύστημα ανταποκρίνεται στα αυξημένα επίπεδα στρες μπαίνοντας σε απόσχιση/αποσύνδεση μέσω της αβοηθησίας (π.χ π.χ. σωπαίνοντας, κοιτάζοντας το κενό). Τα πρώιμα σχεσιακά τραύματα και η αντίστοιχη απόσχιση/αποσύνδεση του βρέφους έχουν αρνητικό αντίκτυπο στον αναπτυσσόμενο δεξιό εγκέφαλο (το κέντρο του συναισθηματικού εαυτού). Οι συνέπειες είναι τα προβλήματα στη ρύθμιση του συναισθήματος, διαταραχές στην προσκόλληση/δεσμό με την μητέρα και δυσκολίες με την υποκειμενικότητα και την αίσθηση του εαυτού. ‘Ολα αυτά αυξάνουν την πιθανότητα για μεταγενέστερη ψυχοπαθολογία, ειδικά ορισμένων ψυχιατρικών διαταραχών που χαρακτηρίζονται από απορρύθμιση συναισθήματος.
Πώς μας βοηθά η ιδέα του Winnicott για την «αρκετά καλή μητέρα» να κατανοήσουμε τους ρόλους φροντίδας και διδασκαλίας;
Η έννοια της «αρκετά καλής μητέρας» του Winnicott έχει επιπτώσεις σε επαγγέλματα που αφορούν εκπαιδευτικούς ρόλους και ρόλους φροντίδας, όπου κάποιος έχει ισχυρή επιρροή απέναντι σε κάποιον πιο ευάλωτο ή σε κάποιον που ακόμα αναπτύσσεται, ωριμάζει και μαθαίνει. Η λειτουργία της «αρκετά καλής μητέρας» ενημερώνει την ψυχανάλυση/ψυχοθεραπεία καθώς όπως ακριβώς μια μητέρα, έτσι και ένας θεραπευτής πρέπει να παρέχει συντονισμένες ρυθμιστικές εμπειρίες που μπορούν να βοηθήσουν έναν υπανάπτυκτο εαυτό να αναπτυχθεί. Πρέπει να μπορεί να επιβιώσει τις επιθέσεις του θεραπευόμενου προς τον θεραπευτή και την ψυχοθεραπευτική διαδικασία, καθώς και να κρατήσει ανοιχτό τον μεταβατικό χώρο ώστε να φανταστεί/ονειρευτεί με τον θεραπευόμενο μέσα από το παιχνίδι με τις λέξεις , νέες δυνατότητες ύπαρξης, καθώς παράλληλα απολαμβάνουν μαζί αυτό που έχει συν-δημιουργηθεί. Ωστόσο, οι γονείς και οι ψυχοθεραπευτές δεν είναι οι μόνοι που πρέπει να είναι «αρκετά καλοί». Οι δάσκαλοι πρέπει να είναι «αρκετά καλοί δάσκαλοι», οι επόπτες πρέπει να είναι «αρκετά καλοί επόπτες» και ούτω καθεξής. Αυτό περιλαμβάνει τον συντονισμό με τον καλύτερο δυνατό τρόπο με τις τις ανάγκες και τους περιορισμούς του άλλου μέσω συνεχών προσπαθειών, χωρίς αντίποινα/αντεπίθεση η απόσυρση. Περιλαμβάνει τη δημιουργία ενός ασφαλούς, συμπονετικού και δημιουργικού χώρου με όρια που μπορούν να διευκολύνουν τις εμπειρίες ρύθμισης, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη του εαυτού και αυξάνοντας τις δυνατότητες μάθησης από την εμπειρία. Με αυτόν τον τρόπο, μέσω της εσωτερίκευσης αρκετά καλών σχεσιακών εμπειριών συντονισμού και ρύθμισης που συμβάλλουν στη συνεχή ανάπτυξη του ατόμου, μπορεί κανείς ιδιαίτερα μετά την ολοκλήρωση των σπουδών, να είναι καλύτερα εξοπλισμένος για να αντιμετωπίσει τις απαιτήσεις του κόσμου, με μια πιο συνεκτική αίσθηση του εαυτού που εκφράζεται με μια υγιής αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση.